
Ένας μισθοφόρος από τα παλιά

Η πρώτη μου επαφή με την ‘Αιχμηρή Συμμαχία’ έγινε πίσω στο μακρινό 1999, όπου ήμουν σε σχολική εκδρομή του Γυμνασίου στο Βόλο. Κατά την διάρκεια της ελεύθερης ‘τσάρκας’ που κάναμε για να εξερευνήσουμε την περιοχή, εντελώς τυχαία έπεσα πάνω σ’ ένα πολύ γνώριμο μου κατάστημα, που στην επιγραφή του είχε κόκκινη γραμματοσειρά σε λευκό φόντο .Σαν γνήσιος ‘pcας’ ήταν κάποιου είδους ιεροτελεστία το να πηγαίνω σε ένα κατάστημα Παπασωτηρίου κάθε φορά που επισκεπτόμουν την Αθήνα και πιο συγκεκριμένα την Μέκκα των ηλεκτρονικών που ονομαζόταν Στουρνάρη. Ήταν σημάδι από τους Θεούς (του χέβι μέτσαλ) το ότι βρέθηκε στο διάβα μου, με μένα να έχω έτοιμες τις ζεστές δραχμούλες στη τσέπη μου. Τα παιχνίδια τότε στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές έρχονταν σε μεγάλα κουτιά, τα οποία περιείχαν εκτός από το παιχνίδι και μπόλικα καλούδια ενώ και τεράστια βιβλία οδηγιών για να σου κάνουν παρέα στη τουαλέτα. Ανάμεσα σε όλες αυτές τις ομορφιές, το βλέμμα μου έπεσε στο πιο καχεκτικό απo όλα, σφηνωμένο ανάμεσα σε άλλα, πράγμα που το στραπατσάρισε ελαφρώς. Στο τίτλο του έγραφε ‘Jagged Alliance 2’ με το εξώφυλλο να δείχνει μια ‘σκληρή’ τύπισσα να πυροβολεί με το smg της προς μια άγνωστη κατεύθυνση. Γυρνώντας το κουτί η ατάκα γραμμένη στα ελληνικά ‘Αγωνίσου για την ελευθερία, σκότωσε για τα χρήματα’, με ‘κανε να νιώσω θαλπωρή. Τα επόμενα λεπτά με βρήκαν να το κρατάω αγκαλιά στο ταμείο και λίγο αργότερα σε μια τσαντούλα να μου κάνει παρέα στο δρόμο, καθώς επέστρεφα πίσω στο ξενοδοχείο. Τι και αν δεν μου είχε μείνει δραχμή για φαγητό, το παιχνίδι όταν τελικά το ξεκίνησα με τάισε με πλούσιο, απίστευτα τάκτικαλ (sic) περιεχόμενο, αλλά και νεύρα γεμάτα με πόνο με την σαδιστική δυσκολία που είχε ανά σημεία. Από την μέχρι τώρα εμπειρία μου, το καινούριο αυτό κεφάλαιο συνεχίζει πιστά την κληρονομιά που άφησε ο προκάτοχος του, ελαφρώς εκμοντερνισμένα.

Η δαιδαλώδης ταπετσαρία από πολιτικές ίντριγκες, διλήμματα, ανατροπές, και μπόλικες δόσεις μαύρου χιούμορ που έρχονται χέρι-χέρι με αναφορές από ταινίες δράσεις της δεκαετίας του 80 και 90, επανέρχονται και στη 3η συνέχεια του παιχνιδιού, αμείωτες. Πλέον τις συγκρούσεις μας δεν τις κάνουμε στα τοπία του Arulco, αλλά σε εκείνα της Grand Chien όπου μια παραστρατιωτική οργάνωση την έχει πάρει υπό έλεγχο. Εμείς ως διοικητής μια ομάδας μισθοφόρων, κάθε απόφαση που παίρνουμε έχει βάρος, με ηθικά περίπλοκες επιλογές και συνέπειες που εκτείνονται πολύ πέρα από το πεδίο της μάχης. Το παιχνίδι πετυχαίνει όχι μόνο να παραδώσει μια πολεμική ιστορία (πάντα με μαύρο χιούμορ), αλλά και να δημιουργήσει μια δυναμική αφήγηση που κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον και εμάς να επενδύουμε στις τύχες των εικονικών συντρόφων μας και στο πεπρωμένο του έθνους που στοχεύουν να απελευθερώσουν.
Η καρδιά αυτού του παιχνιδιού δεν είναι άλλη πέρα από το πληθωρικό και πολύχρωμο ρόστερ των μισθοφόρων που θα προσλάβουμε, οι οποίοι αποτελούν αν μη τι άλλο τα κομμάτια αυτού του στρατηγικού πάζλ που θα προσπαθήσουμε να ολοκληρώσουμε. Πολλά από τα παλιά πρόσωπα κάνουν την επανεμφάνιση τους, αλλά προστέθηκαν και καινούρια. Φυσικά και εξακολουθούν ο καθένας να είναι πλήρως voice acted, με αρκετούς να είναι καρικατούρες γνωστών action heroes(ένα βλέφαρο και μια ‘αυτιά’ να ρίξετε στον παλιούρα Steroid θα καταλάβετε) και φυσικά ο καθένας να έχει τις δικές του ικανότητες αλλά και συμπάθειες/αντιπάθειες με τους υπόλοιπους. Την επιστροφή της κάνει και η υπηρεσία I.M.P, που μέσα από ένα αστείο ερωτηματολόγιο(μπορείς και χωρίς αυτό), σου δημιουργεί ένα και καλά μισθοφορικό κλώνο σου για να συντροφεύσει τα υπόλοιπα σκληρά αγόρια και κορίτσια. Η διαχείριση τους, ιδιαίτερα για τους αμύητους θα είναι μια άσκηση εξισορρόπησης για τον συνδυασμό τους, στην ικανότητας μάχης, δυναμικής και των εξειδικευμένων δεξιοτήτων τους, καθώς οι παράγοντες και παράμετροι για την κάθε πρόκληση θα είναι αρκετοί. Αυτή η έντονη ενασχόληση, σίγουρα θα προσφέρει απλόχερα πονοκεφάλους και πολλές φορές την ανάγκη για διάλειμμα για κάποιο άλλο παιχνίδι. Στη πορεία όμως, σου δημιουργεί ένα συναισθηματικό επίπεδο που οι ψηφιακές νίκες των μισθοφόρων σου γίνονται προσωπικοί θρίαμβοι και οι απώλειές τους γίνονται αληθινά αισθητές. Κάτι παρόμοιο προκαλούν και τα παιχνίδια X-COM, με την διαφορά εδώ ότι υπάρχουν προσωπικότητες και μάλιστα αρκετά διαφορετικές και όχι απλά ανώνυμα φαντάρια, πράγμα που κάνει την αφήγηση ακόμα πιο πλούσια.

Στις περιοχές της Grand Chien περιφέρουμε την ομάδα(ες) μας σε πραγματικό χρόνο, για την αναζήτηση εξοπλισμού και εφόδιών αλλά και για να συνομιλήσουμε με τους κατοίκους της. Φυσικά θα συναντήσουμε και τους εχθρούς, οι οποίοι έχουν στρογγυλοκαθίσει σε διάφορα σημεία ψάχνωντας για τσαμπουκάδες. Εμείς μπορούμε να τους πλησιάσουμε με stealth τρόπο για να πετύχουμε πιο ευνοϊκά σημεία εμπλοκής, αλλά δυστυχώς έχει μεταφραστεί κάπως άτσαλα τόσο σε θέμα χειρισμού αλλά και οπτικά. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο τίτλος είναι και rpg, όπου εκτός από τα quest έχουμε και τα στατιστικά των χαρακτήρων, που δείχνουν σε τι ακριβώς είναι κάλοι ή έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες στο να ολοκληρώσουν κάποια δράση, όπως για παράδειγμα ο αφοπλισμός μιας νάρκης. Οπτικά δυστυχώς δεν σου δίνει κάποια πληροφορία για το ποσοστό επιτυχίας που έχει ο κάθε χαρακτήρας με αποτέλεσμα πολλές φορές, η stealth προσέγγιση μου με την ομάδα, αντί να με κάνει να κινούμαι σαν ‘Συμπαγές Φίδι™’,πιο πολύ φαινόμουν σαν τον γκοντζίλα στην ψαραγορά. Από την άλλη έχουμε να κάνουμε και με την strategy πλευρά του τίτλου, που χρειάζεται όταν είσαι στη φάση που τσουλάει σε πραγματικό χρόνο, να χρειάζεσαι αρκετή ακρίβεια. Αν και η μετάφραση που έκαναν για να μπορείς να παίξεις με χειριστήριο είναι τιμιότατη, δυστυχώς σε αρκετά σημεία θα ‘παλέψεις’ μαζί του, με αποτέλεσμα να κουράζει συχνά. Στην αντίποδα έχουμε την έναρξη της μάχης όπου το παιχνίδι το γυρνάει σε turn based με τα στατιστικά των μισθοφόρων να εξακολουθούν να παίζουν ρόλο. Δυστυχώς και εδώ το παιχνίδι έχει πρόβλημα στο να σε ενημερώσει άμεσα για το ποσοστό επιτυχίας που έχουν οι κινήσεις σου. Οι μόνες πληροφορίες που έχεις, είναι ατάκες που λέει ο εκάστοτε μισθοφόρος που προσπαθεί να πραγματοποιήσει την βολή και από τα λεγόμενα του αντιλαμβάνεσαι αν είναι εφικτή όχι. Οπτικά, σου έχει έναν κόκκινο στόχο που όσο μικραίνει υποτίθεται ότι είναι πιο εύστοχο και κίτρινο για το μέγιστο θετικό αποτέλεσμα. Και πάλι όμως, το παιχνίδι παίζει με αόρατες ζαριές και ποσοστά επιτυχίας που δημιουργούν αρκετές φορές κωμικοτραγικές καταστάσεις του τύπου είμαι δίπλα στον εχθρό και το μόνο που πετυχαίνω είναι μπεκάτσες. Ειλικρινά δεν μπορώ να καταλάβω για πιο λόγο παρέλειψαν αυτές τις πληροφορίες, από την στιγμή που παίζουν ρόλο και άλλοι παράμετροι (όπως κάποιο τραύμα) ή συγκυρίες (βροχή) και θα πρέπει να είσαι διπλά προσεκτικός, καθώς ο κάθε μισθοφόρος είναι μοναδικός και τα εφόδια περιορισμένα.
Ευτυχώς για την εξόντωση των εχθρών μας η ποικιλία που έχουμε από άποψη εξοπλισμού είναι χορταστική. Πολλά γνωστά όπλα κάνουν την εμφάνιση τους, ακόμα και από παλαιότερα χρόνια(βλέπε MP40) τόσο για τετ α τετ συμπλοκές όσο και από απόσταση, φυσικά πάντα με το απαραίτητο αλατοπίπερο που είναι τα εκρηκτικά. Το αποτέλεσμα όλων αυτών τόσο στα κορμάκια των εχθρών μας όσο και στο περιβάλλον, το κάνει κατά κάποιο τρόπο εθιστικό, πράγμα που δημιουργεί προσμονή για το πότε θα έχουμε την ευκαιρία να ρίξουμε καμιά ‘μπαζουκιά’ ακόμη. Φυσικά δεν λείπει και η προστασία όπως αλεξίσφαιρα γιλέκα ή κράνη που είναι απαραίτητα για να επιμηκύνουμε την ζωή των μισθοφόρων μας.

Όλος ο εξοπλισμός δεν σταματά μονάχα στο γεγονός του ότι τα βρήκαμε, αλλά συνεχίζει με το ότι πρέπει να τα συντηρούμε/επισκευάζουμε, πράγμα που σημαίνει και οργάνωση στα ανταλλακτικά που βρίσκουμε, καθώς το παιχνίδι είναι σχετικά φειδωλό.
Οπτικά το παιχνίδι είναι πάρα πολύ όμορφο τόσο στα μοντέλα των χαρακτήρων όσο και στο περιβάλλον με αρκετές λεπτομέρειες στη χλωρίδα και πανίδα. Καλλιτεχνικά θα έλεγα το στυλάκι του ελαφρώς πιο ‘καρτουνέ’ σε σχέση με τον προκάτοχο του, πιθανότατα γιατί τα χρώματα είναι πιο έντονα και ζεστά. Παρόλα αυτά, εξακολουθεί να είναι αιματηρό, καθώς θα δείτε κεφαλάκια να σκάνε σαν πυροτεχνήματα ή ανθρώπινα μέλη να διασκορπίζονται προς κάθε κατεύθυνση. Το παράπονο μου είναι στις επιλογές της οπτικής απόδοσης, καθώς το quality mode ρίχνει το frame rate κάτω από τα 30 καρέ, πράγμα που το βρίσκω αδικαιολόγητο για το οπτικό αποτέλεσμα που προσφέρει. Ευτυχώς το performance mode είναι σταθερότατο χωρίς να χάνεις κάτι το αξιοσημείωτο στα γραφικά. Το άλλο μου παράπονο είναι ότι στα μοντέλα των χαρακτήρων δεν φαίνεται ο εξοπλισμός που τους φοράς, όπως τα αλεξίσφαιρα γιλέκα και παντελόνια. Πίσω στο 1999, με τους τεχνικούς περιορισμούς που υπήρχανε δεν έδινες σημασία, αλλά πλέον στο 2023 δεν χωρά δικαιολογία. Φανταστείτε πόσο θα βόλευε αν μπορούσες να έχεις και οπτική απεικόνιση για την κατάσταση την οποία βρίσκονται χωρίς να χρειάζεται να ανοίγεις τις καρτέλες των χαρακτήρων. Ο δε ήχος είναι σε πολύ καλά επίπεδα, με τα όπλα να έχουν γεμάτο ήχο(οι ριπές από τα mg42 είναι τρομακτικές) και οι φωνές τον μισθοφόρων μοναδικές (πάντα μέσα από το πρίσμα action-movie υπερβολής όπως και η μουσική υπόκρουση).

Συνολικά το Jagged Alliance 3 είναι ένα άξιο sequel της θρυλικής αυτής σειράς. Πιστό στη μη γραμμική προσέγγιση, παρέχοντας ελευθερία στην εξερεύνηση της Grand Chien με τον δικό σου ρυθμό και τις δικές σου αποφάσεις. Οι απρόβλεπτες καταστάσεις και η ποικιλία των μισθοφόρων που έχεις, διασφαλίζει ότι ποτέ κανένα playthrough που κάνεις θα είναι ίδιο με το προηγούμενο. Είναι ένα δύσκολο παιχνίδι, που θα σε κάνει να ιδρώσεις με την κάθε εντολή που δίνεις, αρκετά παραπάνω κιόλας αν αποφασίσεις να παίξεις το παιχνίδι με το χειριστήριο. Μπορώ να το προτείνω ανεπιφύλακτα στους παλιούς οπαδούς (αν και είμαι σίγουρος ότι τίμησαν ήδη) και στους φανατικούς των tactical strategies. Δεν μπορώ να δω καινούριους στο είδος να έχουν την υπομονή να ασχοληθούν μαζί του, πόσο μάλλον κάποιον που θέλει να παίξει κάτι χαλαρωτικό.
Να ευχαριστήσουμε την ENARXIS για την διάθεση του τίτλου για να πραγματοποιηθεί το συγκεκριμένο review.
